18 Μαρ 2018

Διαβάστε για να δείτε πώς μία υπουργός και ένας πρωθυπουργός κατέστησαν με τις άφρονες ενέργειές τους την Ελλάδα και την Ευρώπη ομήρους του Ερντογάν

Η Τουρκική Δημοκρατία από της γέννησής της είχε ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας απέναντι στην Ελλάδα. Εκείνη, μια νέα χώρα που προσπαθούσε με διαταγές και καταπίεση να φανεί ως Δυτική, μετά το 1923, ενώ η Ελλάδα ήταν μια χώρα που έδωσε το όνομά της στην Ευρώπη, ενώ είχε συγκεντρώσει το ενδιαφέρον ολόκληρης της Δύσης στη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού της αγώνα.
Αυτό το σύμπλεγμα κατωτερότητας είχε ωθήσει την τουρκική ηγεσία αλλά και τις διάφορες ελίτ να παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στην Αθήνα και να τα αναπαράγουν στην Άγκυρα, τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη.
Γι’ αυτό, όποιο βήμα έκανε η Ελλάδα για να γίνει μέλος κάποιου διεθνούς οργανισμού, σχεδόν ταυτόχρονα ακολουθούσε και η Τουρκία. Μας ακολουθούσε βήμα προς βήμα, το ίδιο έκανε και όταν η Ελλάδα υπέγραψε τη Συμφωνία Σύνδεσης Ελλάδας-ΕΟΚ. Το 1961 την υπέγραψε η Ελλάδα, την ίδια συμφωνία υπέγραψε και η Τουρκία το 1963.
Η μόνη φορά που η Τουρκία έκανε πίσω και δεν ακολούθησε κατά βήμα την Ελλάδα, ήταν όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής υπέβαλε την αίτηση για πλήρη ένταξη στις 12 Ιουνίου 1975. Τότε σύσσωμο το τουρκικό κατεστημένο είδε ότι η ΕΟΚ είναι κίνδυνος για το κεμαλικό οικοδόμημα, το οποίο δεν μπορούσε να αντέξει τις νομοθετικές και άλλες προσαρμογές που επέβαλε η Ευρώπη στα κράτη μέλη της.
Έτσι φθάσαμε το 1981 η Ελλάδα να γίνεται το δέκατο μέλος της ΕΟΚ και η Τουρκία να μένει εκτός νυμφώνος, λόγω της φοβίας η οποία την διακατείχε απέναντι στις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις και την φιλελευθεροποίηση της οικονομίας της. Όταν όμως η Τουρκία είδε ότι η Ελλάδα είχε τη δυνατότητα να μπλοκάρει αποφάσεις της ΕΟΚ που την αφορούσαν, όπως για παράδειγμα το Τέταρτο Χρηματοδοτικό Πρωτόκολλο, τότε αντιλήφθηκε ότι η Αθήνα είχε εξασφαλίσει ένα στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι της Άγκυρας. Ότι για πρώτη φορά συμμετείχε σε ένα μηχανισμό λήψης αποφάσεων που αφορούσαν την Τουρκία, στον οποίον όμως δεν συμμετείχε η τουρκική κυβέρνηση.
Έκτοτε η Τουρκία έθεσε έναν διπλό εθνικό στόχο: Είτε να γίνει η ίδια μέλος της ΕΟΚ-ΕΕ, είτε να οδηγήσει την Ελλάδα στην έξοδο.
Το δεύτερο επιχείρησε, και παραλίγο να το πετύχει, μέσω της στήριξης του μουσουλμανικού στοιχείου που ελέγχεται από το προξενείο στις δυνάμεις εκείνες που ήθελαν την έξοδο της Ελλάδας από την ΕΕ το πρώτο εξάμηνο του 2015, με αποκορύφωμα το προδοτικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015. Είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι ο Ερντογάν έτριβε τα χέρια του και έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να πετύχει ο στόχος της εξόδου.
Το πρώτο ήξερε ότι δεν μπορούσε να το πετύχει χωρίς τη συναίνεση της Ελλάδας.
Παρ’ όλα αυτά, το 1987 υπέβαλε αίτηση ένταξης στην ΕΕ, για να δει την πόρτα της Ευρώπης να μισανοίγει το 1996, όταν η Ελλάδα ήρε το βέτο και υπογράφηκε η συμφωνία Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ – Τουρκίας. Ως αντάλλαγμα, η Ελλάδα πήρε τη σιωπή της Άγκυρας για την ευρωπαϊκή πορεία της Κύπρου, που ολοκληρώθηκε το 2004.
Το 1999 η Ελλάδα ήρε το βέτο για να υπογραφεί η Συμφωνία του Ελσίνκι, με την οποία η Τουρκία αναγνωρίστηκε επίσημα ως υποψήφια προς ένταξη χώρα.
Έπρεπε να ανοίξουν και να κλείσουν 35 κεφάλαια για να γίνει η Τουρκία πλήρες μέλος και να χάσουν Αθήνα και Λευκωσία το στρατηγικό πλεονέκτημα που προαναφέραμε. Ο στόχος και η ελπίδα ήταν σε αυτό το δρομολόγιο με τις 35 στάσεις-κεφάλαια η Τουρκία να υποχρεωθεί σε τέτοιες «προσαρμογές» που δεν θα συνιστά πλέον απειλή για την Κύπρο και την Ελλάδα.
Μέχρι σήμερα από τα 35 κεφάλαια έχουν ανοίξει τα 16, ενώ έχει ολοκληρωθεί μόνο το ένα.
Ενώ λοιπόν συμβαίνουν όλα αυτά και θα μπορούσε να πει κανείς ότι η υπόθεση αυτή κινείται υπό τον σχετικό έλεγχο της Αθήνας και της Λευκωσίας, αναλαμβάνει καθήκοντα υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής η Τασία Χριστοδουλοπούλου και αποφασίζει να ανοίξει τα σύνορα στους πρόσφυγες και τους μετανάστες.
Τα στοιχεία είναι συγκλονιστικά. Εκεί που ο Ερντογάν μέχρι τότε κρατούσε τους πρόσφυγες σε καταυλισμούς ανατολικά των Αδάνων, ως ανάχωμα στην «κουρδική πληθυσμιακή απειλή», βλέποντας την Ελλάδα ξέφραγο αμπέλι έστειλε ένα εκατομμύριο πρόσφυγες και μετανάστες στην Ελλάδα και από κει στην Ευρώπη, μετατρέποντας το προσφυγικό-μεταναστευτικό σε ένα αξεπέραστο όπλο εκβιασμού της Ελλάδας και ολόκληρης της Ευρώπης.
Στην ουσία, μια υπουργός και ένας πρωθυπουργός που την τοποθέτησε και την ανέχτηκε τίναξαν στον αέρα μια εθνική στρατηγική και έθεσαν υπό καθεστώς ομηρίας του Ερντογάν την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Έχουμε να πούμε και άλλες αθλιότητες που διαπράχτηκαν και διαπράττονται στο θέμα, με θύματα πρόσφυγες και μετανάστες στα κολαστήρια της Μόριας και της Σάμου, όμως θα κλείσουμε με το κερασάκι στην τούρτα.
Μόλις προχθές δώσαμε δωρεά και τρία δισεκατομμύρια ευρώ στον Ερντογάν, σωσίβιο και εργαλείο για να εξοπλιστεί και να μας απειλεί πιο αποτελεσματικά.
Γιατί τα δώσαμε;
Μα για να μετριάσει τις ροές προς την Ελλάδα και εκείθεν προς την Ευρώπη.
Ξέρετε όμως τι έκανε την επόμενη μέρα.
Τέτοια αθλιότητα, τόσο μεγάλη καταστροφή δεν έχει ξαναγίνει από τόσο μικρούς και τόσο επικίνδυνους πολιτικούς σε καμία χώρα του κόσμου.
Οι Έλληνες πολίτες πρέπει να τους στείλουμε στο σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας, εκεί είναι η θέση τους.
Το ταχύτερο δυνατόν, για να ξαναθωρακίσουμε τα σύνορα και τη χώρα και να αποκτήσουν αξιοπρέπεια και οι πρόσφυγες. Να μην γίνονται εργαλείο στα χέρια του εγκληματία Ερντογάν και για να μην στιβάζονται και κακοποιούνται σε κολαστήρια που δημιούργησαν νησιά του Αιγαίου οι άλλοι εγκληματίες, οι "ανθρωπιστές" του ΣΥΡΙΖΑ.

Σάββας Καλεντερίδης
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα κυριακάτικη δημοκρατία