19 Μαΐ 2017

Η Ελλάδα απαγορεύει στους πρόσφυγες να φύγουν νόμιμα!

Γράφει ο Χρήστος Μάτης 
Περίπου 6.000 πρόσφυγες που έχουν γίνει δεκτοί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στο πλαίσιο της επανένωσης οικογενειών, παραμένουν υποχρεωτικά στην Ελλάδα, γιατί δεν τους επιτρέπεται η αναχώρηση, ακόμη και με δικά τους έξοδα.
Σοβαρά ερωτήματα προκύπτουν για τις προθέσεις της κυβέρνησης αναφορικά με το θέμα και την επιθυμία της να διευκολύνει τους πρόσφυγες οι οποίοι για διάφορους λόγους θέλουν και μπορούν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Μία μεγάλη ομάδα από αυτούς τους πρόσφυγες είναι εκείνοι που ανήκουν σε διαιρεμένες οικογένειες, δηλαδή άτομα μέλη της οικογένειας των οποίων βρίσκονται σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα.

Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, τα κράτη-μέλη έχουν την υποχρέωση να διευκολύνουν την επανένωση αυτών των οικογενειών. Στην Ελλάδα πρόκειται κυρίως για περιπτώσεις στις οποίες ένα μέρος της οικογένειας κατάφερε να φύγει σε κάποια βόρεια χώρα, συνήθως στη Γερμανία, ενώ τα υπόλοιπα μέλη εγκλωβίστηκαν εδώ όταν έκλεισε ο βαλκανικός διάδρομος.

Η διαδικασία που ακολουθείται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η «αναδοχή», δηλαδή ένα από τα μέλη της οικογένειας ζητά από τη χώρα στην οποία του έχει παραχωρηθεί άσυλο να ενεργοποιηθεί η διαδικασία και να γίνουν δεκτά και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.


Από την έναρξη της εφαρμογής τη συνθήκης Ε.Ε. - Τουρκίας και το κλείσιμο του βαλκανικού διαδρόμου έχουν υποβληθεί και έχουν γίνει δεκτές από άλλες χώρες-μέλη της Ε.Ε. περίπου 8.000 αιτήσεις για επανένωση οικογενειών. Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι μέχρι στιγμής δεν υπερβαίνουν τους 1.500 οι πρόσφυγες που έχουν εγκαταλείψει την Ελλάδα για να επανενωθούν με τις οικογένειές τους, κυρίως στη Γερμανία, ενώ εκκρεμεί η εφαρμογή άλλων περίπου 6.000 υποθέσεων.


Λαμβάνοντας υπόψη τον αριθμό των προσφύγων και μεταναστών που επισήμως δέχεται η κυβέρνηση ότι φιλοξενούνται στη χώρα μετά τη συριακή κρίση –και αυτοί είναι περίπου 60.000–, η Ελλάδα θα μπορούσε να ελαφρυνθεί κατά περίπου 10% των ατόμων που φιλοξενεί.



Απαγορεύεται η έξοδος!


Όμως, για λόγους που δεν έχουν γίνει γνωστοί και είναι αδύνατο να προσδιοριστούν, η ελληνική πλευρά όχι μόνο δεν διευκολύνει την επανένωση των οικογενειών αυτών αλλά, αντίθετα, δημιουργεί προσκόμματα και απαγορεύει τη μετεγκατάστασή τους, ακόμη και με δικά τους έξοδα.

Αυτό όμως είναι μέρος του προβλήματος το οποίο προκύπτει από αυτή την ανεξήγητη συμπεριφορά. Η συνέχεια είναι ότι αν μέσα σε έξι μήνες μια χώρα δεν επιτρέψει την επανένωση της οικογένειας προσφύγων η οποία έχει εγκριθεί από άλλη χώρα-μέλος της Ένωσης, τότε, με βάση τις συνθήκες, υποχρεούται η ίδια να κάνει την αναδοχή της επανένωσης στο δικό της έδαφος. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αν οι 6.500 δεν αποκτήσουν τη δυνατότητα να επανενωθούν με τις οικογένειές τους στη Γερμανία, έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν η επανένωση να γίνει στην Ελλάδα. Δηλαδή οι 6.500 που δεν έχουν τη δυνατότητα να φύγουν, αν παρέλθει το εξάμηνο και ακυρωθεί η αναδοχή τους από τη Γερμανία, μπορούν να υποβάλουν αίτημα αναδοχής από την Ελλάδα, δηλαδή αίτημα να φέρουν στην Ελλάδα τα μέλη των οικογενειών τους.

Λαμβανομένου υπ’ όψιν του γεγονότος ότι ο βαλκανικός διάδρομος έκλεισε τον Μάρτιο του 2016 και οι διαδικασίες για παροχή ασύλου στις άλλες χώρες για όσους ενδιαφέρονταν για επανένωση ξεκίνησαν μετά, βρισκόμαστε στο σημείο όπου ήδη έχει αρχίσει να παρέρχεται η προθεσμία του εξαμήνου και η Ελλάδα θα βρεθεί –αν δεν είναι ήδη αντιμέτωπη– με σωρεία καταδικών από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ή, σε κάθε περίπτωση, με σωρεία αιτήσεων η επανένωση να γίνει σε ελληνικό έδαφος, γεγονός που θα αυξήσει τον αριθμό των φιλοξενούμενων προσφύγων.



Καχύποπτες ερμηνείες

Η καχύποπτη ερμηνεία που έχει δοθεί για την εξέλιξη είναι ότι η Ελλάδα έχει δηλώσει μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων από αυτούς που στην πραγματικότητα φιλοξενεί και προσπαθεί να διατηρήσει όσο γίνεται περισσότερους. Η ερμηνεία αυτή στηρίζεται στο ότι, πέρα από τον συνολικό αριθμό που αμφισβητείται, αμφισβητούνται και επιμέρους στοιχεία, όπως, για παράδειγμα, ο αριθμός των μαθητών για τους οποίους λειτουργούν τα σχετικά σχολεία.


Όμως η διαχείριση του προσφυγικού προβλήματος αποτελεί για μέρος του κομματικού μηχανισμού του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ και επαγγελματική διέξοδο, καθώς προϋποθέτει προσλήψεις, τόσο στον δημόσιο τομέα, όπως αυτές των δασκάλων, όσο και σε ΜΚΟ, οι οποίες συνδέονται και ως αποτέλεσμα επηρεάζονται από κρατικούς φορείς, αλλά και διαχείριση χρήματος, όπως η τροφοδοσία.


Την ερμηνεία αυτή ενισχύει και το γεγονός ότι, παρά την παραδοχή Μουζάλα ότι το 80% των ανθρώπων οι οποίοι έρχονται στην Ελλάδα δεν είναι πρόσφυγες αλλά οικονομικοί μετανάστες, οι επαναπροωθήσεις που προβλέπονται από τη συμφωνία της Ε.Ε. με την Τουρκία είναι εξαιρετικά περιορισμένες.
Συγκεκριμένα, το 2017 οι νόμιμες αποχωρήσεις από την Ελλάδα ήταν περίπου 400 πρόσφυγες που επανενώθηκαν με τις οικογένειές τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και περίπου 100 άτομα τα οποία επαναπροωθήθηκαν στην Τουρκία – τα περισσότερα αυτοβούλως, αφού παραιτήθηκαν από την αίτησή τους για παροχή ασύλου.


Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι οικονομικοί μετανάστες σχηματίζουν πενταψήφιο αριθμό.
Μια ερμηνεία στο γιατί δεν επαναπροωθούνται στην Τουρκία π.χ. οι Τζαμαϊκανοί και οι πολίτες της Δομινικανής Δημοκρατίας δεν έχει δοθεί.


Καλοπροαίρετες προσεγγίσεις


Λιγότερο καχύποπτες ερμηνείες εμπλέκουν την προσωπική άποψη του κ. Μουζάλα, ο οποίος φέρεται να είναι επιφυλακτικός στις επανενώσεις οικογενειών, καθώς φέρεται να ανησυχεί ότι θα αποτελούσαν κίνητρο για Σύρους που έχουν συγγενείς ανάμεσα στο 1 εκατομμύριο που έχει γίνει δεκτό στη Γερμανία να επιδιώξουν να πάνε εκεί με ενδιάμεσο σταθμό την Ελλάδα, στο πλαίσιο της επανένωσης των οικογενειών.


Άλλες ερμηνείες εμπλέκουν και τη συντηρητική έως ευθυνόφοβη προσέγγιση του κρατικού μηχανισμού και κυρίως της αστυνομίας, η οποία έχει την άποψη ότι οι μεταφορές σε ξένη χώρα πρέπει να είναι πάντοτε ελεγχόμενες. Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης, παραπέμπουν μάλιστα στη γνωμοδότηση που έκανε ο Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη, Γιώργος Π. Νικολόπουλος, στις 27 Μαρτίου 2017 σε απάντηση αναφοράς μιας Σύριας η οποία είχε ζητήσει την παρέμβασή του επειδή οι ελληνικές αρχές δεν της χορηγούν ταξιδιωτικά έγγραφα για να φύγει νόμιμα από την Ελλάδα. Πρόκειται για μια γυναίκα, το αίτημα της οποίας για αναδοχή, δηλαδή για επανένωση της ιδίας και των δύο θυγατέρων της με τον σύζυγό της και τα άλλα δύο ανήλικα τέκνα της, έγινε δεκτό από τη Γερμανία στις 2 Ιανουαρίου 2017, αλλά δεν της δίνεται η δυνατότητα να φύγει, ακόμη και με δικά της έξοδα.


«Στις 02.01.2017 η Γερμανία, ως υπεύθυνο κράτος-μέλος, αποφάνθηκε θετικά σχετικά με το αίτημα αναδοχής. Η προθεσμία, η οποία τίθεται εν προκειμένω για την ολοκλήρωση της εν λόγω διαδικασίας και τη μεταφορά των ενδιαφερομένων από το κράτος-μέλος που υπέβαλε αίτημα προς το υπεύθυνο κράτος-μέλος, είναι εξάμηνη.

»Ορίζει, δε, η παράγραφος 1 του άρθρου 29 του Κανονισμού το εξής: “Η μεταφορά του αιτούντος […] από το κράτος-μέλος που υπέβαλε το αίτημα προς το υπεύθυνο κράτος-μέλος πραγματοποιείται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους-μέλους που υπέβαλε το αίτημα, ύστερα από διαβούλευση μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών-μελών, μόλις αυτό είναι πρακτικά δυνατόν και το αργότερο εντός προθεσμίας έξι μηνών από την αποδοχή του αιτήματος περί αναδοχής”.

»Κατόπιν των ανωτέρω, παρόλο που η τιθέμενη εξάμηνη προθεσμία δεν έχει παρέλθει ακόμη, θα θέλαμε να μας ενημερώσετε για το στάδιο εξέλιξης της συγκεκριμένης υπόθεσης, δεδομένων των προβλημάτων υγείας που προαναφέρθηκαν».


Από την απάντηση του κ. Νικολόπουλου δεν προκύπτει καμμία σπουδή του ελληνικού κράτους για την παροχή της δυνατότητας σε μια φιλοξενούμενη πρόσφυγα στην Ελλάδα να εγκαταλείψει τη χώρα. Μάλιστα, ο Βοηθός Συνήγορος επικαλείται το εξάμηνο της προθεσμίας, παραβλέποντας όμως την αναφορά του κανονισμού στον οποίο παραπέμπει για την υλοποίηση της αναδοχής «μόλις αυτό είναι πρακτικά δυνατόν».


Και το ερώτημα «γιατί η χώρα δεν θέλει να ελαφρύνει το βάρος το οποίο λέει ότι σηκώνει εξαιτίας των προσφύγων;» παραμένει.


Κίνδυνος να ακυρωθούν οι αναδοχές


Στις 2 Μαΐου, με αφορμή την περίπτωση της συγκεκριμένης οικογένειας, ο καθηγητής Γιώργος Τσιάκαλος, γνωστός για την ανιδιοτελή ευαισθησία του στα ζητήματα των προσφύγων, έστειλε στον Συνήγορο του Πολίτη, Ανδρέα Ποττάκη, επιστολή στην οποία προειδοποιεί ότι η παρέλευση του εξαμήνου χωρίς επανένωση θα οδηγήσει πολύ σύντομα στην ακύρωση της αναδοχής από τη Γερμανία χιλιάδων οικογενειών.


«Θεωρώ ότι με όσα ανέπτυξα παραπάνω θεμελιώνεται επαρκώς το αίτημά μου να επανεξεταστεί η περίπτωση, ώστε η γνωμάτευση του Συνηγόρου του Πολίτη να μπορεί να χρησιμεύσει ως οδηγός δίκαιης και ανθρώπινης μεταχείρισης των προσφυγικών οικογενειών σε χιλιάδες άλλες παρόμοιες περιπτώσεις.


»Αυτό επιβάλλεται ιδιαίτερα επειδή η ολιγωρία ή η παράλειψη της Διοίκησης, που διαπιστώνεται στη συγκεκριμένη περίπτωση, φαίνεται να είναι αποτέλεσμα μιας πάγιας πρακτικής που συνίσταται στη γενική άρνηση του δικαιώματος της εθελοντικής μεταφοράς (με έκδοση άδειας ελεύθερης διέλευσης) και επιμονή στην εκτέλεση των μεταφορών αποκλειστικά με ελεγχόμενη αναχώρηση.

»Η πρακτική αυτή προφανώς παραβιάζει τη Σύμβαση του Δουβλίνου και βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τη νομολογία του ΕΔΔΑ. Προσθέτω ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα με αυτή την πρακτική.

»Επισημαίνω, τέλος, ότι η γενική άρνηση του δικαιώματος εθελουσίας μεταφοράς και η εμμονή στις ελεγχόμενες μεταφορές θα οδηγήσει πολύ σύντομα στην ακύρωση της αναδοχής από τη Γερμανία χιλιάδων οικογενειών, καθώς θα έχει παρέλθει η προθεσμία των έξι μηνών, προκαλώντας ανυπολόγιστα προβλήματα όχι μόνο στις προσφυγικές οικογένειες που πλήττονται από την εξέλιξη αυτή αλλά και σε πολλούς τομείς της κοινωνικής και πολιτικής καθημερινότητας της δικής μας χώρας».

Σήμερα, 11 Μαΐου, τέσσερις μήνες μετά, η Ελλάδα της απαγορεύει να φύγει από τη χώρα, ενώ η ίδια μπορεί, θέλει και πρέπει να φύγει.